10 Μαϊου 1941, η πτήση του Ρούντολφ Ες για την παγκόσμια ειρήνη




Ο Ρούντολφ Ες στις 10 Μαϊου του 1941 πέταξε στην Σκωτία για να φέρει την ειρήνη και τον τερματισμό του πολέμου. Για αυτή του την πράξη καταδικάστηκε σε ισόβια ως εγκληματίας πολέμου από τους νικητές. Αυτή η πράξη των πραγματικών εγκληματιών του Β΄Παγκοσμίου Πολέμου του χάρισε την αθανασία και την ιστορική αναγνώριση στο πρόσωπο του ως ''μάρτυρα της ειρήνης''. Η πτήση στην Αγγλία όπως την περιγράφει ο γιος του Βολφ Ρούντιγκερ Ες από το βιβλίο ''Ο πατέρας μου Ρούντολφ Ες''.


 Σάββατο 10 Μαϊου 1941. Ήδη, πάνω από ενάμιση χρόνο, η Ευρώπη βρισκόταν σε πόλεμο. Όμως η γαλήνη μιας ανοιξιάτικης μέρας, αιωρούνταν πάνω από την Βαυαρία, όταν ο πατέρας μου αποχαιρετούσε την μητέρα στο σπίτι μας, στο Χάρλαχινγκ του Μονάχου. Προτού σκαρφαλώσει την σκάλα του γκρίζου σκάφους της Λούφτβαφε, ο P.H έδωσε στον υπασπιστή του ένα σφραγισμένο φάκελο που ο Πίντς θα παρέδιδε στον Αδόλφο Χίτλερ, στο Όμπερζάλτσμπεργκ, τέσσερις ώρες μετά την αναχώρησή του. 

Το Me 110 Ε-Ι/Ν με αύξοντα αριθμό 3869, με το οποίο ο R.H ξεκίνησε για την Μεγάλη Βρετανία εκείνο το Σάββατο βράδυ με σκοπό να σώσει την παγκόσμια ειρήνη, ήταν ένα βαρύ βομβαρδιστικό. Με τις δύο εφεδρικές δεξαμενές του, ήταν της τάξεως των 4.200 χιλιομέτρων, ή δέκα ωρών πτήσεως. Οι δύο κινητήρες του, σύνολο 1400 HP, έδιναν στο Me 110 ταχύτητα πορείας 420 χιλιομέτρων την ώρα. Εάν δεν παρεμβάλλονταν τίποτε το απρόοπτο, ο χρόνος πτήσεως μέχρι την ακτή της Σκωτίας θα ήταν περίπου τέσσερις ώρες. Η ώρα ήταν ακριβώς 23.09, όταν ο Αντιπρόσωπος του Φύρερ και Υπουργός του Ράιχ, Ρούντολφ Ές έπεφτε με αλεξίπτωτο σε βρεττανικό έδαφος, με μια εξάρθρωση στον δεξιό αστράγαλο. Και παρ’ όλες τις αναποδιές, μόνο κατά δώδεκα μίλια είχε χάσει τον στόχο του, δηλ. το Dungavel House


Έτσι κι αλλιώς, ο άνθρωπος που ήθελε να συναντήσει δεν βρισκόταν εκεί την νύχτα της 10ης προς την 11η Μαϊου. Ο δούξ του Χάμιλτον υπηρετούσε τότε ως αρχηγός ενός σώματος καταδιωκτικών της R.A.F. στο αεροδρόμιο Τέρνχάουζ, ένα τμήμα της σκωτσέζικης αεράμυνας. Ο Μπαίηρντ ειδοποίησε τους στρατιώτες μιας Μονάδας Πληροφόρησης που ήταν στρατοπεδευμένη όχι μακριά από το κτήμα, στο Ήγκελσαμ Χάους. Σε λίγο δύο άνδρες με πολεμική εξάρτηση μπήκαν με θόρυβο στο δωμάτιο. Μέσα στην βιασύνη τους είχαν ξεχάσει τα όπλα τους. Σε λίγο προστέθηκαν άλλοι δύο, με παράξενα κοστούμια, άνθρωποι της Τοπικής Φρουράς. O R.H, επανέλαβε και σ’ αυτούς όσα είχε ήδη πεί. Φυσικά όλοι γνώριζαν τον Δούκα του Χάμιλτον, τον Σκωτσέζο ευπατρίδη. Οι δύο άνδρες της Τοπικής Φρουράς με τα πιστόλια προτεταμένα, συνέλαβαν τον πατέρα μου και τον οδήγησαν στο Αρχηγείο, που βρισκόταν στο Νίφνοκ, όπου ο φρουρός του έδωσε αρχικά να πιεί ένα μπουκάλι γάλα. Ο πατέρας μου επανέλαβε ότι επιθυμούσε να μιλήσει στον Δούκα του χάμιλτον.


 Συνέχισε να κρατά το ψευδώνυμο που είχε δηλώσει, ώστε να μην γίνει γνωστό πολύ σύντομα ποιος ήταν, και κινδυνεύσει έτσι όλη η αποστολή. Όμως ο ταγματάρχης που τον ανέκρινε, είπε πως του φαινόνταν ότι έμοιαζε πολύ με τον Ρούντολφ Ές. Πάντως αυτό δεν έκανε τον Χόρν- Έςς να πέσει στην παγίδα και να εγκαταλείψει την αρχική του απόφαση της μυστικότητας. O R.H. οδηγήθηκε τελικά στην Γλασκώβη, στο εκεί Στρατόπεδο του Μαίρυχιλλ, και από κει στο πλησιέστερο Στρατιωτικό Νοσοκομείο, ώσπου του περιποιήθηκαν τον εξαρθρωμένο αστράγαλο. Αργά την νύχτα της 10ης προς την 11η Μαϊου, ο σμηναγός Χάμιλτον πήρε ένα τηλεφώνημα στο αεροδρόμιο Τερνχάους, ότι ένας Γερμανός πιλότος με το όνομα Άλφρεντ Χορν, ο οποίος μόλις βγήκε από ένα αεροπλάνο που είχε συντριβεί, επιθυμούσε να του μιλήσει. Ο δουξ που – πρέπει να θυμηθούμε –ήταν διοικητής Μονάδας Καταδιωκτικών της R.A.F., αρχικά δεν ήξερε πώς να αντιδράσει σ αυτή την πρόταση εκ μέρους του εχθρού. Οι στρατιωτικοί κανονισμοί αναφορικά με την συμπεριφορά των στρατιωτών σε καιρό πολέμου, δεν ανέφεραν τίποτε σε σχέση μ’ έναν τόσο σπάνιο περιστατικό. Οπωσδήποτε όμως ο Χάμιλτον ξεκίνησε για την Γλασκώβη και έφτασε στους στρατώνες της Μαίρυχιλλ την Κυριακή 11 Μαϊου, λίγο πρίν από τις 10 π.μ. 


Μαζί με τον αξιωματικό-ανακριτή και τον αξιωματικό υπηρεσίας, ο Χάμιλτον μπήκε πρώτα στον χώρο όπου είχαν κρατηθεί τα προσωπικά αντικείμενα του R.H., μια φωτογραφική μηχανή Λάικα, μερικές οικογενειακές φωτογραφίες, κάποια φάρμακα, και οι καρτ-βιζίτ κάποιου Δρ. Κάρλ Χαουσχόφερ και κάποιου Δρ. Άλμπρεχτ Χαουσχόφερ, δύο Γερμανών λογίων, φίλων του Ρούντολφ  Ές,  τους οποίους γνώριζε και ο Χάμιλτον. Οι τρείς βρεττανοί προχώρησαν κατόπιν να δούν τον R.H. Ο πατέρας μου ζήτησε αμέσως να μιλήσει μόνον με τον Χάμιλτον. Ο δούξ παρακάλεσε τους δύο αξιωματικούς να αποσυρθούν. Ο Γερμανός άνοιξε την συνομιλία λέγοντας ότι είχε γνωρίσει τον Χάμιλτον το 1936, κατά την διάρκεια της Ολυμπιάδος στο Βερολίνο, και ότι ο Χάμιλτον είχε κάποια φορά γευματίσει μαζί τους, στο σπίτι τους, στο Χάρλαχινγκ του Μονάχου. «Δεν ξέρω αν με θυμάστε» πρόσθεσε ο πατέρας μου, «είμαι ο Ρούντολφ Ές». »Έπειτα συνέχισε», -πληροφορούσε αργότερα ο Χάμιλτον τον Πρωθυπουργό Τσώρτσιλ- «ότι επρόκειτο για μια αποστολή ανθρωπισμού, ότι ο Φύρερ δεν επιθυμούσε να κατακτήσει την Αγγλία, ότι ήθελε να θέσει τέρμα στον πόλεμο. Ο 'Αλφρεντ Χάουσχόφερ του είχε πεί ότι εγώ ήμουν ένας Άγγλος που θα μπορούσε να κατανοήσει την άποψή του, (του Ές). Γι’ αυτό, προσπάθησε να με συναντήσει στην Λισσαβώνα…Επεχείρησε να πετάξει στο Dungavel, κι αυτή είναι η τέταρτη προσπάθειά του, η πρώτη ήταν τον Δεκέμβριο του 1940.


 Τις πρώτες τρείς φορές είχε αναγκαστεί να γυρίσει πίσω, λόγω κακοκαιρίας. Κατά την περίοδο όπου η Αγγλία νικούσε στην Λιβύη, δεν θέλησε να επιχειρήσει, επειδή η επίσκεψή του θα μπορούσε να εκληφθεί ως αδυναμία. Τώρα όμως, ύστερα από τις επιτυχίες της Γερμανίας στην Βόρειο Αφρική και στην Ελλάδα, αποφάσισε με χαρά να μας επισκεφθεί. «Το γεγονός  ότι ο Υπουργός του Ράιχ έχει έρθει προσωπικώς στην χώρα μας» παραδεχόταν ο Χάμιλτον «πρέπει να θεωρηθεί ως απόδειξη της ειλικρίνειάς του, καθώς και της προθυμίας της Γερμανίας για ειρήνη. Ο Φύρερ, συνέχισε, είναι πεπεισμένος ότι η Γερμανία θα κερδίσει τον πόλεμο – ίσως πολύ σύντομα -, οπωσδήποτε όμως σε ένα, δύο ή τρία χρόνια. Επιθυμεί να τερματίσει άδικη αιματοχυσία, η οποία αλλιώς θα είναι αναπόφευκτη. Με ρώτησε αν θα μπορούσα να ειδοποιήσω ηγετικά στελέχη του κόμματός μου, ώστε να μπορέσουμε όλοι μαζί να συζητήσουμε εφικτές προτάσεις ειρήνης. Αποκρίθηκα ότι τώρα μόνον ένα κόμμα υπάρχει σε αυτή την χώρα. Τότε είπε ότι θα μπορούσε να εκθέσει σ’ εμένα, ποιοι θα ήταν οι όροι ειρήνης του Χίτλερ. 


 Αρχικά θα ήθελε να επιμείνει σε μια συμφωνία βάσει της οποίας άλλος πόλεμος μεταξύ των δύο χωρών θα αποκλειόταν για πάντα. Τον ρώτησα πως θα μπορούσε να επιτευχθεί μια τέτοια συμφωνία. Απάντησε ότι, φυσικά ένας από τους όρους θα ήταν, να εγκατέλειπε η Αγγλία την πατροπαράδοτη πολιτική της να αντιστρατεύεται πάντα την ισχυρότερη δύναμη της Ευρώπης. Τότε του αποκρίθηκα ότι, κι αν ακόμη ήταν να συνάψουμε τώρα ειρήνη, μέσα σε δύο χρόνια θα είχαμε πιθανότατα πόλεμο. Ρώτησε γιατί. Του είπα ότι αν μια συμφωνία ειρήνης ήταν δυνατή, θα είχε καταστεί δυνατή πρίν αρχίσει ο πόλεμος. Όμως, εφόσον η Γερμανία είχε προτιμήσει να κάνει πόλεμο αντί ειρήνη, -κι αυτό σε μια περίοδο όπου εμείς επιθυμούσαμε πολύ σοβαρά να διατηρήσουμε την ειρήνη- δεν θα μπορούσα εγώ τώρα, σαν να μην συνέβαινε τίποτε, να μιλήσω για συμφωνία ειρήνης. »Με παρακάλεσε να εισηγηθώ στον Βασιλέα για να του χορηγήσει «πάσσο ασφάλειας», επειδή είχε έρθει άοπλος και με την θέλησή του. Επίσης με ρώτησε μήπως θα μπορούσα να στείλω ένα τηλεγράφημα στο Ρότακκερ, Χέρτσοκ-στράσσε 17, Ζυρίχη, πληροφορώντας την οικογένειά του ότι ήταν ασφαλής, οπότε έγραψα «’Αλφρεντ Χόρν βρίσκεται εν πλήρη υγεία».



O δούκας Χάμιλτον

Επίσης εξέφρασε την επιθυμία να μην κοινοποιηθεί η ταυτότητά του στον Τύπο. Στην διάρκεια της όλης συνομιλίας ο Ρούντολφ Έςς είχε την ικανότητα να εκφράζεται πολύ καλά, αλλά δεν καταλάβαινε αρκετά απ’ όσα έλεγα. Γι’ αυτό, πρότεινα να χρησιμοποιήσουμε έναν διερμηνέα, και μ’ αυτόν να συνεχίζαμε την συζήτηση». Σε όλη την διάρκεια της συνομιλίας, στο μυαλό του Χάμιλτον στριφογύριζε η σκέψη αν είχε πραγματικά μπροστά του τον αντιπρόσωπο του Χίτλερ και Υπουργό του Ράιχ, αν ήταν στ’ αλήθεια αυτός ο Ρούντολφ Ές. Στο τέλος πάντως, είχε πια βεβαιωθεί. «Πίστεψα πια ότι αυτός που είχαμε συλλάβει ήταν ο ίδιος ο Ρούντολφ Ές». Μόνον ο Ρούντολφ Ές ο ίδιος δεν ήταν και τόσο βέβαιος. Όπως εξομολογήθηκε αργότερα σ’ ένα γράμμα στην γυναίκα του, συχνά εκείνο τον καιρό αναρωτιόταν αν αυτός είμαι πραγματικά εγώ…αν είναι πιθανό να ονειρεύομαι ξαπλωμένος γαλήνια στο κρεβάτι, στο Βερολίνο, στην Βίλχεμ-στράσσε ή στο σπίτι στο Χάρλαχινγκ, και θα ξυπνήσω ξαφνικά, με μόνο τον Χάρτη μου, φωτισμένο στον απέναντι τοίχο του δωματίου. Εξάλλου, επανειλημμένα ονειρευόμουν ότι ακόμη βρισκόμουν στην πατρίδα κι ότι ακόμη δεν είχα κατορθώσει να κάνω την προγραμματισμένη πτήση, ή ότι είχα ήδη επιστρέψει απ’ την Αγγλία, χωρίς να έχω πετύχει τον σκοπό μου». Ποιος λοιπόν ήταν ο Ρούντολ Ές ; Ένας ονειροπόλος ; Ή ένας πολιτικός που αληθινά επιθυμούσε να πετύχει την ειρήνη ; 

Βολφ Ρούντιγκερ Ες, Ο πατέρας μου Ρούντολφ Ες, εκδόσεις Δωδώνη

Διαβάστε επίσης Ρούντολφ Ες, ένα πρότυπο πίστης και αυτοθυσίας